Αν δεν διαβάσεις δεν πας προπόνηση!
Συχνά ο αθλητισμός αντιπαραβάλλεται με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις των παιδιών-αθλητών. Για τους γονείς αποτελεί σημείο διαφωνίας και έντονης ανησυχίας το γεγονός ότι λόγω του αθλητισμού, το παιδί είναι πιθανόν να «αφήσει» το σχολείο. Σε πολλές περιπτώσεις τίθεται το δίλλημα, σχολείο ή προπόνηση; Για τους γονείς η προπόνηση, ο αγώνας, η ενασχόληση του παιδιού με τον αθλητισμό γενικότερα φαίνεται να του «τρώει» χρόνο από το καθημερινό διάβασμα, «αφήνοντάς το πίσω» στις σχολικές του υποχρεώσεις. Και αν τελικά το παιδί δεν πηγαίνει «καλά» στο σχολείο, η αιτία είναι ο αθλητισμός;
Οι έρευνες δεν συμφωνούν! Υπάρχουν πολλά παιδιά που είναι αθλητές και ταυτόχρονα συνεπείς στις σχολικές τους υποχρεώσεις, έφηβοι οι οποίοι πέτυχαν να εισαχθούν σε σχολές ανώτατης εκπαίδευσης και ταυτόχρονα υπήρξαν αθλητές υψηλού επιπέδου. Την ίδια στιγμή, όσα παιδιά σταμάτησαν τον αθλητισμό στα χρόνια της σχολικής τους εκπαίδευσης, δεν φαίνεται να έγιναν άμεσα και «καλοί μαθητές». Αν δεν διαβάζει ένα παιδί ίσως να οφείλεται περισσότερο στο μειωμένο ενδιαφέρον του για το σχολείο. Και σε αυτό το στοιχείο δεν φταίει ο αθλητισμός……
Τα ερωτήματα στη «σχέση» αθλητισμού και σχολείου είναι αν οι δύο έννοιες «ταιριάζουν» και αν μπορούν να «γίνουν και τα δύο». Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν πως ένας αθλητής έχει αρκετές πιθανότητες να είναι συνεπής και στις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους καθώς έχει μάθει μέσω του αθλητισμού να διαχειρίζεται τον χρόνο του. Η αυτοπεποίθηση που αποκτά μέσω του αθλητισμού είναι επίσης πιθανό να μεταφερθεί και σε άλλους τομείς της δραστηριότητάς του, επιζητώντας σε κάθε περίπτωση του «καλύτερο δυνατό» από τον εαυτό του.
Προς την ίδια κατεύθυνση το σχολείο συμβάλλει στην ανάπτυξη του αθλητή καθώς τον βοηθά να καλλιεργηθεί πνευματικά, να αποκτήσει και να εμπλουτίσει τον τρόπο σκέψης του, να διευρύνει τις πνευματικές του δυνατότητες, κάτι που στον αθλητισμό εκτιμάται ανάλογα, καθώς βοηθά τον αθλητή να σκέφτεται και να λειτουργεί πνευματικά με ταχύτητα. Ο σύγχρονος αθλητισμός, ιδιαίτερα σε υψηλό επίπεδο, «απαιτεί» υψηλή πνευματική λειτουργικότητα, ταχύτητα στις αποφάσεις και τις αντιδράσεις, δημιουργική σκέψη, υψηλή συγκέντρωση, στοιχεία που αναπτύσσονται μόνο σε ένα «δουλεμένο» μυαλό. Σχολείο και αθλητισμός «συνεργάζονται» για την ολόπλευρη ανάπτυξη του ατόμου.
Στις περιπτώσεις που τίθεται θέμα σύγκρισης, το μόνο που επιτυγχάνουμε είναι να θεωρήσει το παιδί-αθλητής αρνητική τη μία από τις δύο έννοιες, χωρίς ωστόσο να ισχύει στην πραγματικότητα. Ίσως το να προσπαθούμε να αποτρέψουμε έναν αθλητή λέγοντάς του «διάβασε γιατί αν δεν πετύχεις στον αθλητισμό τι θα κάνεις», να συμβάλλει περισσότερο στη μείωση της εμπιστοσύνης που δείχνει για τον εαυτό του. Θα ήταν πιο βοηθητικό το «διάβασε για να πετύχεις πιο πολλά και στον αθλητισμό!» ή ακόμη «αθλήσου για να έχεις καλύτερη πνευματική λειτουργία!».
Αθλητισμός και σχολείο είναι «πεδία» που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των ανθρώπων, με διαφορετικό τρόπο και αποσκοπώντας σε ξεχωριστούς «τομείς» της ανθρώπινης δραστηριότητας. Είναι αλληλοσυμπληρούμενες ως έννοιες και η ορθή χρήση τους μόνο οφέλη μπορεί να αποδώσει στον πρωταγωνιστή τους.
Ο εκάστοτε αθλητής θα χρειαστεί βοήθεια στο να μάθει να διαχειρίζεται το χρόνο του, όχι αποφεύγοντας δραστηριότητες αλλά κατανέμοντας το χρόνο του κατάλληλα. Θα χρειαστεί βοήθεια στο να δομήσει ένα καθημερινό πρόγραμμα το οποίο θα τον βοηθά «να διαβάζει και να πηγαίνει και στην προπόνηση!».
Γιάννης Ζαρώτης
Μάθετε ΠερισσότεραΗ πρώτη φορά του παιδιού στον αθλητισμό!
Η εισαγωγή του παιδιού στο περιβάλλον του αθλητισμού αποτελεί μια διαδικασία «παράξενη» και δύσκολη για τα περισσότερα παιδιά, καθώς δείχνει να τους κοστίζει συναισθηματικά κυρίως, ο αποχωρισμός από τους γονείς. Το αθλητικό πλαίσιο, για πολλά παιδιά αποτελεί το πρώτο περιβάλλον κοινωνικής ένταξης, μετά την οικογένεια. Εκεί θα γνωρίσουν διαφορετικούς ανθρώπους, θα αλληλεπιδράσουν με άγνωστους προπονητές, θα κάνουν φίλους, με τη βοήθεια των οποίων θα αρχίσουν σταδιακά να δομούν βασικές έννοιες, όπως την αποδοχή και την αυτοεκτίμηση.
Ο προπονητής των παιδιών, ο οποίος έχει αναλάβει το ρόλο να εισάγει τα παιδιά στο αθλητικό περιβάλλον, έχει μια παραπάνω ευθύνη, καθώς καλείται σε αρκετές περιπτώσεις να «μιμηθεί» συμπεριφορές των γονέων, να επιδείξει δεκτικότητα και ευχάριστη διάθεση, ώστε να δώσει στον νεαρό αθλητή την αίσθηση του ευχάριστου περιβάλλοντος, αναφερόμενος στο πλαίσιο του αθλητισμού. Είναι ο πρώτος άνθρωπος τον οποίο καλείται το παιδί να εμπιστευτεί, κάτι που μέχρι τώρα είχε περιοριστεί στους γονείς. Είναι ο άνθρωπος που θα μεταδώσει τόση σιγουριά και θετική διάθεση στο παιδί, ώστε να παραμείνει στο χώρο τώρα, αφήνοντας τους γονείς για λίγο, αλλά και στο μέλλον, επιλέγοντας το περιβάλλον του αθλητισμού ως μια από τις κύριες δραστηριότητές του. Η επιλογή του κατάλληλου προπονητή είναι σημαντική για την εξέλιξη του παιδιού.
Η «ευθύνη» της πρώτης επαφής αλλά και της συνέχισης της σχέσης, είναι στοιχεία τα οποία επωμίζεται ο προπονητής. Η στάση του θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την αίσθηση που θα αποκομίσει ο αθλητής στην πρώτη επαφή και αν «η αρχή αποτελεί το ήμισυ του παντός», τότε η ομαλή εισαγωγή και προσαρμογή του παιδιού θα συμβάλλει στην εμπλοκή του στο αθλητικό πλαίσιο.
Στη διαδικασία αυτή οι γονείς παραμένουν «θεατές», παρέχοντας στον εκάστοτε προπονητή την ανάλογη εμπιστοσύνη, ώστε να δείξει και ο ίδιος αθλητής εμπιστοσύνη στον προπονητή του, καθώς τον «αποδέχονται» και οι γονείς του. Θα χρειαστεί να εκπαιδευτούν και οι ίδιοι, να γνωρίσουν τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος και να ακούσουν τις «απαιτήσεις» του αθλητισμού από τους ίδιους. Η συμπεριφορά των γονέων θα καθορίσει την προσαρμογή του παιδιού στο αθλητικό περιβάλλον.
Ο στόχος όλων είναι ένας και μάλλον κοινός: Να κερδίσει το παιδί όσα περισσότερα γίνεται από το αθλητικό περιβάλλον, να βοηθηθεί στη διαμόρφωση λειτουργικών στοιχείων προσωπικότητας, διασφαλίζοντας ως ένα βαθμό ότι θα είναι σωματικά υγιής και ψυχοκοινωνικά σε διαδικασία διαρκούς ανάπτυξης. Και κυρίως: Θα περνάει καλά!
Γιάννης Ζαρώτης
Ψυχολόγος-Αθλητικός Ψυχολόγος
Μάθετε Περισσότερα«Θα συνεχίσεις να με αγαπάς ακόμη και αν δεν κερδίσω;»
Η σημασία της αποδοχής των αθλητών
“Ο τίτλος ενός βιβλίου ισούται με χίλιες λέξεις” και ίσως ακόμη περισσότερες σελίδες. Ειδικά όταν πρόκειται για βιβλία που αφορούν σε παιδιά-αθλητές και στη σχέση τους με τους γονείς τους. «Θα συνεχίσεις να με αγαπάς ακόμη και αν δεν κερδίσω;», τιτλοφορείται ένα ξενόγλωσσο βιβλίο, το οποίο αποτυπώνει την ανησυχία των μικρών (και των μεγάλων) σε ηλικία αθλητών για τη στάση των γονέων τους απέναντί τους.
Η στάση των γονέων στον αθλητισμό, αναφέρεται στον τρόπο που οι γονείς αντιμετωπίζουν τον αθλητισμό και υποστηρίζουν τον αθλητή, καθώς και τη γενικότερη συμπεριφορά τους απέναντι στην αθλητική δραστηριότητα του παιδιού..
Αναφορικά στη στάση των γονέων, αυτή εκφράζεται μέσα από τις πεποιθήσεις και απόψεις τους για την έννοια του αθλητισμού. Ποια είναι η τοποθέτησή τους για την ωφέλιμη ή μη επίδραση του αθλητισμού, ποια η σημασία της προσπάθειας και της δουλειάς, ποιο το αντίκτυπο της νίκης και της ήττας, ποιος είναι ο πρωταγωνιστής της «παράστασης» με τίτλο «αθλητισμός»;
Η στάση των γονέων και η λεκτική και μη λεκτική απόκρισή τους στα παραπάνω ερωτήματα και καταστάσεις, έχουν τη μεγαλύτερη, ίσως, επίδραση στην δραστηριοποίηση των παιδιών-αθλητών και τη συμπεριφορά/αντιμετώπιση των καταστάσεων του αθλητισμού από μέρους τους.
Για τους αθλητές, πολλές φορές η προπόνηση και ο αγώνας είναι ένας τρόπος να κερδίσουν την αποδοχή των γονέων, γνωρίζοντας ότι πιθανόν για τους γονείς η νίκη και η επιτυχία να έχουν μεγάλη σημασία. Έτσι, επιδίδονται σε μια προσπάθεια κατάκτησης της νίκης συνοδευόμενη, ωστόσο, με άγχος, προβληματισμό, ανησυχία, ένταση και τελικά, μειωμένη ή και καθόλου ικανοποίηση. Γνωρίζουν ότι η συμπεριφορά των γονέων θα είναι διαφορετική μετά την ήττα, οι ίδιοι θα πουν «δεν με νοιάζει που έχασες αλλά το ότι προσπάθησες», ωστόσο, η συμπεριφορά τους πιθανόν να «λέει» άλλα, και ο αντίκτυπος της θα είναι συναισθηματικά δυσβάσταχτος για τον νεαρό αθλητή. Τα παιδιά συμμετέχουν στον αθλητισμό και για την αποδοχή, η οποία δίνει αυτοεκτίμηση, όταν όμως η αποδοχή «προϋποθέτει» τη νίκη, τότε ο αγώνας και γενικότερα ο αθλητισμός αποκτά για τον νεαρό αθλητή αρνητική σημασία. Γίνεται η αγωνιώδης προσπάθεια κατάκτησης της νίκης.
Είναι σημαντικό να εστιάσουμε στη συμπεριφορά των γονέων απέναντι σε έννοιες και καταστάσεις του αθλητισμού για να βελτιώσουμε τις εμπειρίες που βιώνουν τα παιδιά στον αθλητισμό. Ένας νεαρός αθλητής περιγράφει: «οι γονείς μου λένε ότι δεν δίνουν σημασία στο αποτέλεσμα, αλλά όταν κερδίζω βγαίνουμε για φαγητό ενώ όταν χάνω μένουμε στο σπίτι και δεν μιλάμε μεταξύ μας». Είναι δύσκολο για ένα παιδί νεαρής ηλικίας να διαπραγματευθεί την κατάσταση, στην οποία καθορίζει έμμεσα το πρόγραμμα της οικογένειας. Τα παιδιά, ειδικότερα σε μικρή ηλικία, στην οποία δεν μπορούν να αναλύσουν γνωστικά κάποιες καταστάσεις, δίνουν πολλή μεγαλύτερη σημασία στην αίσθηση που λαμβάνουν και στα μη λεκτικά μηνύματα, παρά σε όσα λέγονται, τα οποία πιθανόν και να είναι αληθινά. Είναι πολύ εύκολο για ένα νεαρό αθλητή να «παρεξηγήσει» τη διαφοροποίηση της συμπεριφοράς των γονιών μετά από την ήττα ή τη νίκη. Στο σημείο αυτό, είναι απαραίτητη η σταθερότητα της συμπεριφοράς από την πλευρά των γονέων στις καταστάσεις του αθλητισμού, ώστε να είναι σίγουρος ο αθλητής ότι «οι γονείς του θα συνεχίζουν να τον αγαπούν ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα».
Μάθετε ΠερισσότεραΕπιτυχία = Ικανότητα + Προετοιμασία + Προσπάθεια + Επιθυμία
Ικανότητα. Ο καθένας έχει την ικανότητα, αλλά δεν κατανέμεται εξίσου ή προβλέψιμα. Αυτό ισχύει και για τους προπονητές, καθώς και τους αθλητές. Συχνά η ικανότητα είναι ένα δώρο εκ γενετής, αλλά αυτό δεν εγγυάται την επιτυχία. Η πρόκληση είναι να μην έχουν την ικανότητα, αλλά να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν τη δυνατότητα που δίνεται.
Προετοιμασία. Έχουμε αποκτήσει μεγαλύτερη χρήση των δυνατοτήτων μας, επενδύοντας στο πλαίσιο της προετοιμασίας. Μόνο μέσα από την επίμονη και σταθερή διαδικασία προετοιμασίας μπορεί το ακατέργαστο ταλέντο να μετατραπεί σε μεγαλύτερη ικανότητα. Στον αθλητισμό, η προετοιμασία αυτή λέγεται προπόνηση. Μέσα από την κατάλληλη προπόνηση, οι αθλητές γίνονται πιο γρήγοροι, πιο ισχυροί, πιο εξειδικευμένοι, με γνώση, με αυτοπεποίθηση και διανοητικά ανθεκτικοί. Ωστόσο, αν και η ανάπτυξη μεγαλύτερης ικανότητας είναι σημαντική, δεν είναι αυτόματα εγγύηση επιτυχίας.
Προσπάθεια. Η ανεπτυγμένη ικανότητα αποκτά αξία όταν εκφράζεται μέσα από την πρόκληση του αγώνα. Η έκφραση αυτή επιτυγχάνεται όταν η σωματική και πνευματική προσπάθεια «χρησιμοποιήσει» κάθε στοιχείο της ικανότητας ενός ατόμου. Παρόλα αυτά, οι αθλητές βρίσκονται συχνά, όσο πλησιάζει το τέλος του αγώνα, κοντά στην εξάντληση, έχοντας δώσει ό,τι έχουν, αλλά χρειάζεται να βρούνε ακόμη περισσότερα. Στον αθλητισμό, αυτό ονομάζεται … κρίσιμη στιγμή!
Επιθυμία. Η «κρίσιμη στιγμή» είναι πραγματικότητα, τόσο στον αθλητισμό όσο και τη ζωή. Είναι εκείνη η στιγμή όταν ένα άτομο σκέφτεται ότι τα έχει δώσει όλα. Πολλοί αγώνες κερδίζονται ή χάνονται σε αυτή τη στιγμή. Μερικοί αθλητές είναι σε θέση να αντλήσουν από μια εσωτερική δύναμη περισσότερη προσπάθεια από ό,τι ξέρουν και οι ίδιοι ότι έχουν. Αυτή είναι η χρήση της «θέλησης» ενός ατόμου, η δυνατότητα να αντλήσει στοιχεία από την προσωπική του «δεξαμενή» όποτε απαιτείται.
Όταν οι αθλητές και οι ομάδες προπονούνται σκληρά για να αναπτύξουν την ικανότητά τους, δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους και δείχνουν την επιθυμία να πιέσουν τον εαυτό τους πέρα από τα όριά τους, είναι επιτυχημένοι. Συχνά, οι προπονητές και οι αθλητές δεν βιώνουν τη χαρά και την ικανοποίηση της επιτυχίας, επειδή εστιάζουν μόνο στο αποτέλεσμα.
Πιο συχνά, οι προπονητές και οι αθλητές αποτυγχάνουν να κερδίσουν, επειδή πρώτα αποτυγχάνουν να γίνουν επιτυχημένοι!
Μάθετε ΠερισσότεραΠώς διαχειρίζομαι την απογοήτευση της «αποτυχίας» στον αγώνα;
Αν υπάρχει μία βεβαιότητα στον αθλητισμό, είναι ότι ο καθένας, ανεξάρτητα από το πόσο καλός είναι, κάποια στιγμή θα βιώσει την αποτυχία και την απογοήτευση. Το σημαντικό ερώτημα είναι, πώς θα ανταποκριθεί σε μια πιθανή αποτυχία;
Ο Michael Jordan (ο μεγαλύτερος αθλητής του μπάσκετ όλων των εποχών), έχει δηλώσει: «Έχω χάσει πάνω από 9000 βολές στην καριέρα μου. Έχω χάσει σχεδόν 300 παιχνίδια. 26 φορές, μου έχουν εμπιστευθεί το τελευταίο σουτ, ώστε να κερδίσουμε το παιχνίδι, και το έχασα. Έχω αποτύχει ξανά και ξανά και ξανά στη ζωή μου. Και αυτός είναι ο λόγος που πέτυχα!».
Το σημείο κλειδί στη διαχείριση της απογοήτευσης είναι να καλλιεργήσει ο αθλητής μια «μετρημένη αισιοδοξία», ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την οποιαδήποτε αποτυχία και θα του επιτρέψει να είναι πιο ανθεκτικός.
Περιγράφονται τρεις τρόποι με τους οποίους μπορεί κάποιος να διαχειριστεί την αποτυχία:
Καταμερισμός ευθύνης
Η αποτυχία είναι μια κατάσταση που εγείρει στεναχώρια, δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα. Ο συναισθηματικός πόνος οδηγεί το άτομο στο να σταματήσει να σκέφτεται με τη λογική. Στο σημείο της ανάληψης της ευθύνης για την αποτυχία, υπάρχουν δύο μεγάλες «παγίδες». Η πρώτη αναφέρεται στη λήψη υπερβολικής ευθύνης για το αποτέλεσμα: «Είμαι απελπισμένος, δεν έκανα τίποτα σωστό, δεν είμαι αρκετά ικανός, φταίω για όλα» και αρκετές άλλες εκφράσεις που περιγράφουν την απαξίωση του εαυτού. Ωστόσο, η προσπάθεια απαξίωσης του εαυτού δεν βοηθά τον αθλητή να ανακάμψει. Η δεύτερη «παγίδα» είναι να ληφθεί ελάχιστη ευθύνη, όπου περιγράφεται μια κατάσταση στην οποία φταίνε όλοι εκτός από τον ίδιο τον αθλητή: «Ήταν ο άνεμος, ήταν σφάλμα του προπονητή μου, ήμουν άτυχος ….».
Οι υψηλού επιπέδου αθλητές είναι πολύ ειλικρινείς με τον εαυτό τους στον καταλογισμό της ευθύνης και έχουν αναπτύξει υψηλή συνειδητότητα για την ανάλυση της απόδοσής τους. Γνωρίζουν τι μπορούν να ελέγξουν και που θα αναζητήσουν την βελτίωση της απόδοσής τους. Εξάλλου «ο καλός είναι εκείνος που καταλαβαίνει τα λάθη του και μπορεί να τα διορθώσει πιο γρήγορα από τους άλλους». Είναι πολύ σαφείς και ξεκάθαροι για τα πράγματα που μπορούν οι ίδιοι να ελέγξουν και να επηρεάσουν, και για όσα δεν μπορούν. Έτσι δεν θα κατηγορήσουν τον άνεμο ή τις καιρικές συνθήκες – αλλά θα εξετάσουν πόσο καλά προετοιμασμένοι ήταν για κακές καιρικές συνθήκες και θα αναλύσουν την τακτική τους για την αντιμετώπισή τους. Λαμβάνοντας την ανάλογη ευθύνη σημαίνει ότι θα μάθουν από μια κακή απόδοση και θα «εξοπλιστούν» καλύτερα για τον επόμενο αγώνα. Στην πορεία για την αναζήτηση του ιδανικού εαυτού του, ο κάθε αθλητής καλείται να γνωρίζει τα τρωτά του σημεία και να τα διορθώνει, καλείται να γνωρίζει ότι λαμβάνει την ευθύνη που του αναλογεί για να καρπώνεται και την επιτυχία που του αναλογεί!
Δείτε τη μεγάλη εικόνα!
Όταν ο αθλητής έχει απογοητευθεί καθώς δεν μπορεί να αφήσει πίσω μια κακή απόδοση ρίχνει μια μεγάλη σκιά στο μέλλον. Αυτό οδηγεί στο να νιώθει αβοήθητος και χωρίς κίνητρο, γιατί φαίνεται σαν να μην υπάρχει ελπίδα αλλαγής της κατάστασης. Εισέρχεται σε μια κατάσταση που ονομάζεται «μαθημένη αβοηθητότητα», από την οποία φαίνεται να υπάρχει τρόπος διαφυγής, σύμφωνα με τον αθλητή. Αναφέρεται ότι «όταν τελειώνει ένας αγώνας, αρχίζει ο επόμενος», ώστε να τονιστεί η σημασία του να διαπραγματευτεί ο αθλητής με επάρκεια την πιθανή αποτυχία του, με σκοπό να μην επηρεάσει και την μελλοντική του απόδοση. Οι αισιόδοξοι αθλητές είναι περισσότερο αποτελεσματικοί στην αντιμετώπιση καταστάσεων απογοήτευσης, θεωρώντας ότι «αύριο είναι μια άλλη μέρα». Εστιάζουν την συγκέντρωση και εναποθέτουν την ενέργειά τους στην προετοιμασία για τον επόμενο αγώνα, αντί να βυθίζονται στην απομόνωση και τον οίκτο για τον εαυτό τους για έναν αγώνα που έχει μόλις τελειώσει! Έτσι, λαμβάνουν ό,τι χρήσιμο από έναν κακό αγώνα, τον αφήνουν στο παρελθόν και προετοιμάζονται για το μέλλον. Ο Άτο Μπόλτον, κορυφαίος αθλητής της δεκαετίας του ’90 στα 100 μέτρα στο στίβο, είχε δηλώσει για το αποτέλεσμα ενός αγώνα: «όταν χάνεις, το καλό είναι ότι η επόμενη ημέρα είναι μια άλλη ημέρα και όλα ξεκινούν από το μηδέν. Όταν κερδίζεις, το κακό είναι ότι η επόμενη ημέρα είναι μια άλλη ημέρα και όλα ξεκινούν από το μηδέν!»
Κρατήστε την επίδραση του αποτελέσματος σε περιορισμό!
Ο αθλητισμός είναι πολύ σημαντικός για όσους συμμετέχουν σ΄ αυτόν, είναι ένα μέρος της ζωής τους. Ωστόσο δεν είναι το μόνο! Ο αθλητισμός αναφέρεται ως «το σημαντικότερο δευτερεύον πράγμα στη ζωή», θέλοντας να τονιστεί η αξία της προσωπικής ευημερίας, των σημαντικών ανθρώπων στη ζωή ενός ατόμου, η ίδια η κατάσταση της υγείας του. Όταν ο αθλητής αφήνει το αποτέλεσμα να επηρεάσει και τα υπόλοιπα κομμάτια της ζωής του, τότε μοιραία η απογοήτευση θα κρατήσει πολύ περισσότερο και θα του δημιουργήσει προβλήματα και στην υπόλοιπή του ζωή.
Το πραγματικό και μόνιμο όφελος από τον αθλητισμό και την συμμετοχή σε αγώνες ίσως δεν βρίσκεται στους καταλόγους των μεταλλίων ή το αποτέλεσμα του κάθε αγώνα. Προέρχεται από ό, τι μαθαίνει κανείς για τον εαυτό του και πώς μπορεί να εφαρμόσει τα διδάγματα αυτά μέσα στην καθημερινή του δραστηριότητα. Η αποτυχία είναι πιο αποτελεσματικός δάσκαλος από ό, τι η επιτυχία – αλλά είναι ωφέλιμο να παίρνει ο καθένας μηνύματα και από τις δυο καταστάσεις!
Μάθετε ΠερισσότεραΜην κατηγορείτε τους γονείς των αθλητών, εκπαιδεύστε τους!
Ο ρόλος των γονέων στον αθλητισμό αποτελεί κομβικό στοιχείο για την μετέπειτα εξέλιξη των παιδιών. Καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πόση υποστήριξη θα έχει ένας αθλητής συναισθηματικά, πόσο συνεργάσιμος και δεκτικός θα είναι απέναντι στον προπονητή του, πόση προσπάθεια θα καταβάλλει σε κάθε περίπτωση για την καλύτερη δυνατή απόδοσή του. Είναι ο γονέας, που σαν ο πρώτος «εκπαιδευτικός» στη ζωή του παιδιού, θα του διδάξει τις έννοιες της υπευθυνότητας, της συνέπειας, του σεβασμού στους γύρω του, της θετικής στάσης προς «τρίτους», θα δημιουργήσει τη βάση για να αναπτυχθεί η αυτοεκτίμηση του παιδιού, πάνω στην οποία θα δομήσει την αυτοπεποίθησή του, ακόμη και στον αθλητισμό. Όλα τα στοιχεία που παρέχονται στο παιδί, είναι ό,τι θα ζητούσε και ο προπονητής του, δουλεύοντας με νεαρούς αθλητές.
Η σημασία του γονέα καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι 3 στα 10 παιδιά εμπλέκονται στον αθλητισμό λόγω των γονέων τους, οι οποίοι «ασκούν επίδραση» και στην επιλογή του αθλήματος των παιδιών. Το 32% των παιδιών υποκινείται από την επιθυμία των γονιών του να συμμετάσχουν σε ένα συγκεκριμένο σπορ, δείχνουν οι έρευνες.
Την ίδια στιγμή, ένα ποσοστό μεταξύ 65-75% των παιδιών που κάνουν αθλητισμό, δηλώνει ότι έχουν υπάρξει στιγμές στις οποίες έχει βιώσει πίεση από τους γονείς. Πίεση για την επιτυχία, προσδοκία για βελτίωση, απαίτηση για νίκη. Στην περίπτωση αυτή «αναπτύσσουν», χωρίς να το θέλουν, άγχος στους αθλητές. Όπως θα δημιουργήσουν ανάλογα θέματα εμπλεκόμενοι στην προπόνηση, παρέχοντας οδηγίες για τον αγώνα, κάνοντας αμέτρητες αναλύσεις για τον αγώνα που το παιδί δεν πήγε «καλά», «ζητώντας το λόγο» από τον προπονητή για τη μη εξέλιξη του παιδιού, διαπληκτιζόμενοι με άλλους γονείς και όντες πάντα ένα βήμα μπροστά από το παιδί προσπαθώντας να του παρέχουν τα πάντα, σαμποτάροντας την αυτονομία του.
Τελικά οι γονείς είναι πρόβλημα, λέει ο προπονητής και το δηλώνουν και ορισμένα αποτελέσματα των ερευνών.
Όσο αρνητικά μπορούν να επιδράσουν στην εξέλιξη του παιδιού, άλλο τόσο και ίσως περισσότερο θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον ιδανικό σύμμαχο στην προσπάθεια ανάπτυξης του αθλητή. Κατηγορούνται για τη στάση τους και τη γενικότερη συμπεριφορά τους, χαρακτηρίζονται ως υπερεμπλεκόμενοι ή υπερπροστατευτικοί. Πιθανόν να μην είναι «σωστοί».
Τους εκπαίδευσε, ωστόσο, ποτέ κανείς; Τους ενημέρωσε ποτέ κανείς για το ποιά είναι εν τέλει η «ενδεδειγμένη» στάση στον αθλητισμό; Εισήλθαν σε ένα χώρο με πολλές απαιτήσεις, ξοδεύοντας αρκετό προσωπικό χρόνο και ανάλογο χρήμα, μη γνωρίζοντας «τι πρέπει να κάνω όταν τελειώνει ο αγώνας και το παιδί είναι στεναχωρημένο;». Την ίδια στιγμή οι έρευνες δείχνουν ότι οι γονείς «ξοδεύουν»/επενδύουν το 3-12% του ετήσιου εισοδήματός στον άθληση του παιδιού!
Να βλέπω προπόνηση; Να πηγαίνω στους αγώνες; Να απαντάω αν με ρωτάει «πως με είδες;» Να μιλάω στον προπονητή; Να τον ρωτάω για την προπόνηση και τον αγώνα; Είναι ορισμένα από τα ερωτήματα των γονέων. Εκφράζουν προβληματισμό και ανησυχία, πρόκειται για «ό,τι πολυτιμότερο έχουν»: Τα ίδια τους τα παιδιά.
Θεωρούμε αυτονόητο το ότι ξέρει πώς να βοηθήσει, αλλά την ίδια στιγμή είναι και «άσχετος» από αθλητισμό. Κάτι δεν ταιριάζει……
Αν δεν εξηγήσεις κάτι σε κάποιον, μην τον αξιολογείς. Κανείς δεν αξιολογείται σε κάτι που δεν γνωρίζει. Η ευθύνη εκπαίδευσης των γονέων «βαραίνει» όλους, παράγοντες, προπονητές και όσους ασχολούνται με τον αθλητισμό. Ο αθλητισμός του παιδιού ξεκινά από την εκπαίδευση των γονέων!
Εκπαίδευσέ τους, ενημέρωσέ τους και άφησε τους να αποφασίσουν αν κάνουν «καλό» ή «κακό» στα παιδιά τους. Και θα «αποφασίσουν» αν είναι καλό ή κακό είτε οι γονείς είτε η ίδια εξέλιξη του παιδιού!
Μάθετε Περισσότερα
Αθλητής με «κακή ψυχολογία»!
Αθλητής με «κακή ψυχολογία»!
Στο τέλος του αγώνα συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε τη φράση: «φταίει η κακή μας ψυχολογία». Όταν η απόδοση είναι μειωμένη αποδίδουμε την αιτία σε ψυχολογικά «φαινόμενα»: «δεν έχει καλή ψυχολογία-είναι αδύναμος ψυχολογικά!». Και την επόμενη ημέρα πηγαίνει στην προπόνηση για να δουλέψει την «κακή του ψυχολογία». Και πώς δουλεύεται;
Πολλές φορές ο ψυχολογικός παράγοντας, ως ο περισσότερο δυσδιάκριτος, αποτελεί τον «εύκολο» τρόπο να αιτιολογήσουμε το αποτέλεσμα. Αποδίδοντας την αιτία στην ψυχολογική κατάσταση, επιτυγχάνουμε την επίλυση μιας «γνωστικής ασυμφωνίας»: και αναγνωρίζουμε την κακή μας απόδοση και βρίσκουμε την αιτία. Είναι όμως η πραγματική; Και αν ναι, τι ακριβώς σημαίνει «κακή ψυχολογία»;
Είναι χρήσιμο για τον κάθε αθλητή να αποσαφηνίσει την αιτία της μειωμένης του απόδοσης. Είναι η ελλιπής τεχνική; Θα χρειαστεί περισσότερη προπόνηση και επανάληψη. Είναι η σωματική κατάσταση; Θα χρειαστεί περισσότερη δουλειά στη φυσική του κατάσταση. Είναι η μειωμένη ενέργεια; Απαιτείται βελτίωση των διατροφικών του συνηθειών. Ίσως να είναι και αρκετοί άλλοι παράγοντες, οι οποίοι «φταίνε» για το ανεπιτυχές αποτέλεσμα;
Και αν είναι η αιτία είναι η «Ψυχολογία»;
Κατ’ αρχάς είναι μάλλον αδόκιμος ο όρος καθώς όταν αναφερόμαστε στην «Ψυχολογία», συμπεριλαμβάνεται όλη η διάσταση της επιστήμης. Χρησιμοποιούμε τον όρο καταχρηστικά καθώς δυσκολευόμαστε να ορίσουμε τι ακριβώς «μας φταίει». Ψυχολογία είναι η επιστήμη, σε θέματα απόδοσης αναλύεται σε θέματα συναισθηματικά, πνευματικά και συμπεριφοράς. Ψυχολογική κατάσταση είναι η διάθεση, το κίνητρο να αγωνιστεί ο αθλητής, το ενδιαφέρον που δείχνει, η συναισθηματική και πνευματική του ενέργεια και ενεργοποίηση, το άγχος, η αυτοπεποίθηση, η συγκέντρωση και η δυνατότητα εστίασης στα κατάλληλα στοιχεία, η ικανότητα να διαχειρίζεται καταστάσεις και δυσκολίες, η συναισθηματική διαχείριση του εαυτού του. Πνευματικά στοιχεία όπως η λήψη αποφάσεων, η ταχύτητα σκέψης, η πνευματική αντίδραση, η δυνατότητα σύνθεσης και ανάλυσης πληροφοριών, συμπεριλαμβάνονται επίσης στον ψυχο-πνευματικό «παράγοντα».
Δεν φταίνε όλα!
Είναι πάρα πολλά τα στοιχεία του εν λόγω παράγοντα και η αδυναμία να τα διακρίνουμε οδηγεί και στην αδυναμία να τα βελτιώσουμε. Πιθανόν να σου φταίει «κάτι», αλλά αν δεν ορίσεις το «κάτι», θα αντιμετωπίσεις στο μέλλον τα ίδια προβλήματα. Γιατί, πώς θα δουλέψεις το «κάτι» στην προπόνηση;
Αν δεν διευκρινίζεις τι σου φταίει, τι θα διορθώσεις;
Αναζητώντας και βρίσκοντας το στοιχείο που οδηγεί στη μειωμένη απόδοση, θα το δουλέψεις και θα το βελτιώσεις. Στον επόμενο αγώνα θα εμφανιστείς καλύτερος και θα έχεις συνείδηση του εαυτού σου και των στοιχείων που «ορίζουν» την απόδοσή σου. Θα χρειαστεί να ψάξεις αρκετά, να ρωτήσεις προπονητές και συμπαίκτες, πιθανόν να απευθυνθείς και σε κάποιον ειδικό, καθώς είναι συνηθισμένο πολλοί αθλητές να βιώνουν μεν την απογοήτευση της μειωμένης απόδοσης, εντούτοις όμως να μην προσπαθούν να διευκρινίσουν και να δουλέψουν τα στοιχεία που θα τους κάνουν καλύτερους.
Η ψυχολογική κατάσταση είναι «παράγοντας» με καθοριστικό ρόλο στην απόδοση, αρκεί ο αθλητής να γνωρίζει ότι αυτό είναι το στοιχείο που χρειάζεται να δουλέψει και ταυτόχρονα, δουλεύοντάς το, αποκομίζει τεράστιο όφελος και βελτίωση της απόδοσής του.
Μάθετε ΠερισσότεραΝα χάνεις και να θες να κάνεις προπόνηση!
Ο αθλητισμός προσφέρει για τους συμμετέχοντες τη δυνατότητα να αναπτύξουν δεξιότητες και έννοιες, οι οποίες θα συμβάλλουν στη δόμηση μιας «λειτουργικής» προσωπικότητας. Δεξιότητες όπως η υπευθυνότητα, η συνέπεια, η αυτονομία θα βοηθήσουν να προσαρμοστεί στις όποιες υποχρεώσεις της «ενήλικης» καθημερινότητας. Ταυτόχρονα, κύριο όφελος του αθλητισμού, είναι το ότι παρέχει στον συμμετέχοντα τη δυνατότητα να αποκτήσει δεξιότητες με τη βοήθεια των οποίων θα ανταπεξέλθει σε «δύσκολες» συνθήκες της εξέλιξής του.
Οι έρευνες δείχνουν ότι για να βρεθεί ένας αθλητής σε υψηλό επίπεδο χρειάζεται να μπορεί να διατηρεί το κίνητρό του σε υψηλά επίπεδα στις δυσκολίες και τις όποιες αποτυχίες, όχι μόνο στις επιτυχίες.
Να χάνεις και να είσαι σε θέση να επανέλθεις, να απογοητεύεσαι και να δουλεύεις, να παλεύεις με τον εαυτό σου.
Όταν τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά, αναδεικνύεται το πόσο μεγάλη επιθυμία έχει ο αθλητής για να πετύχει το στόχο του. Αν η καριέρα δομείται σε πρόωρη επιτυχία, δεν εξασφαλίζεται παράλληλα και η αντίστοιχη συνέχεια. Το αντίθετο μάλλον! Εκείνοι που πέτυχαν σε μικρή ηλικία και δεν βίωσαν την έννοια της αποτυχίας, δεν μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στο μέλλον στις όποιες δυσκολίες προέκυψαν. Τους έλειψαν τα «αντισώματα» απέναντι στα συναισθήματα που δημιουργούν οι αποτυχίες, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν πρόωρα σε εγκατάλειψη.
Αν υπάρχει η άποψη ότι ο αθλητισμός είναι μέρος της ζωής του ανθρώπου, είναι απαραίτητο να εκπαιδευθεί στο «πώς να ξεπερνά τις δυσκολίες». Πώς μπορεί να συνεχίσει να δουλεύει μετά από ένα αποτυχημένο αποτέλεσμα, πώς είναι να πηγαίνει στην προπόνηση την επόμενη ημέρα μιας μεγάλης ήττας και να δουλεύει για να βελτιωθεί, πως θα διαχειριστεί τον εαυτό του και τα συναισθήματά του όταν διανύει μια δύσκολη περίοδο σε θέματα απόδοσης. Πώς μπορεί να «πείσει» τον εαυτό του να συνεχίσει όταν «τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά».
Έτσι θα είναι και η υπόλοιπη ζωή του: Επιτυχίες που δίνουν ενέργεια για τη συνέχεια και αποτυχίες για να «ενδυναμώσει» το θέλω του! Και όσο περισσότερο «αντιστέκεται» στις όποιες αποτυχίες, τόσο περισσότερη αυτοπεποίθηση αποκτά. Αισθάνεται ικανοποίηση από το «να μην το βάζει κάτω!».
Αυτό προσφέρει και ο αθλητισμός σαν τεράστιο εφόδιο, να συνεχίσεις να δουλεύεις χωρίς να έχεις την ενεργοποίηση που σου δίνει η επιτυχία, να δουλεύεις με το «πείσμα» που σου δίνει ο εαυτός σου. Από σεβασμό προς εκείνον και την προσπάθεια που έχει κάνει μέχρι τώρα!
Κίνητρο στην αποτυχία; Αν μπορείς να το βρεις, θα εξελιχθείς!
Μάθετε ΠερισσότεραΠροπόνηση αθλητών που δυσκολεύονται να προσπαθήσουν;
Ο αθλητισμός συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό παιδιών, με βασικό στόχο την ευχάριστη ενασχόλησή τους με μια δραστηριότητα η οποία συνδυάζει την άσκηση και τη διασκέδαση. Ταυτόχρονα τα παιδιά/αθλητές αποκομίζουν αρκετά άλλα οφέλη, αποβλέποντας στην ανάπτυξη στοιχείων προσωπικότητας, τα οποία θα τους βοηθήσουν στην προσαρμογή τους στην ευρύτερη κοινωνική τους ζωή. Ορισμένα από τα παιδιά συνηθίζουν στην προσπάθεια και συνεχίζουν στον αθλητισμό για μεγάλο χρονικό διάστημα, άλλα εγκαταλείπουν για διάφορους λόγους. Ένας από τους σημαντικότερους είναι και το ότι «δυσκολεύονται να προσπαθήσουν».
Αποτελεί ίσως φαινόμενο της εποχής, η αδυναμία των παιδιών να ανταποκριθούν στις όποιες απαιτήσεις του περιβάλλοντος, αν και είναι ανάλογες των ηλικιακών τους ικανοτήτων. Πιο απλά: Τα παιδιά μπορούν αλλά δεν θέλουν! ‘Η δεν έχουν μάθει πώς να επιθυμούν και να διεκδικούν αυτό που θέλουν.
Δεν έχουν μάθει να ζητάνε, να διεκδικούνε, να απαιτούνε, όταν χρειάζεται. Αν θέλουν κάτι, το ζητάνε από τους γονείς. Να πάρουν τηλέφωνο στον προπονητή, στο δάσκαλο, στο φροντιστήριο, στους φίλους του να τους καλέσουν στο σπίτι. «Να πάρει τηλέφωνο η μαμά μου στη μαμά του φίλου μου για να τον καλέσει στο σπίτι μου……(!)» Έλλειψη πρωτοβουλίας και στα βασικά, στις προσωπικές μου ανάγκες! Ακόμη και σε μεγαλύτερη ηλικία…..
Παιδιά που ίσως δεν έχουν μάθει να προσπαθούν, γιατί όλα έρχονται εύκολα καθώς τα παρέχουν οι γονείς, τους διευκολύνει η τεχνολογία, έχουν όλα όσα χρειάζονται, εύκολα και άμεσα. Τότε γιατί να προσπαθήσουν;
Και κάποια στιγμή είναι που χρειάζεται να προσπαθήσουν αλλά δεν το «ξέρουν» σαν έννοια. Και κατηγορούν τους άλλους που δεν τους το δίνουν.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν μόνο με «ήπιες» και παθητικές συμπεριφορές από την πλευρά των γονέων, μάλλον θα δυσκολευτούν. Στα παιδιά είναι λειτουργικό να παρέχεται υποστήριξη και ενδιαφέρον, όχι ευκολίες και τα πάντα απλόχερα. Δεν έμαθαν να προσπαθούν και να διεκδικούν γιατί δεν χρειάστηκε να το κάνουν ποτέ κατά τη διαδικασία ανάπτυξής τους.
Ωστόσο οι γονείς είναι εκείνοι που θα επέμβουν να ρωτήσουν τον εκάστοτε προπονητή γιατί δεν εξελίσσεται ο μικρός αθλητής: «Ο γιος μου δεν βελτιώνεται». Αν πάει να ρωτήσει ο ίδιος το γιατί; Και αν ρωτήσει θα του πει ο προπονητής ότι δεν βελτιώνεται γιατί δεν προσπαθεί, για το λόγο αυτό δεν έχει φτάσει το επίπεδο των άλλων παιδιών ακόμη. Ακόμη….Αν προσπαθήσει περισσότερο μπορεί και να το φτάσει!
Αν και πάντα υπάρχει και η δεύτερη άποψη ότι «ακόμη και να προσπαθήσεις στη ζωή σου δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πετύχεις σε κάθε περίπτωση το στόχο σου. Συμβιβάσου και με την μη επίτευξη.
Προσπάθησε και συνέχισε να προσπαθείς……..»
Μάθετε Περισσότερα
Γιατί αγχώνονται οι αθλητές;
Είναι ένα από τα κύρια «προβλήματα» των αθλητών. Αναστέλλει τη λειτουργικότητά τους, «χαλάει» την εμπειρία των αγώνων, μειώνει την απόδοσή τους. Ο αθλητής «εύχεται» να περάσει η μέρα του αγώνα, όσο πιο γρήγορα γίνεται. Νιώθει ένα διαρκές βάρος στο στομάχι, κόμπο στο λαιμό, βαρύ το σώμα του και αδυναμία σε οποιαδήποτε κίνηση ή σε διαφορετική περίπτωση, ένταση και υπερκινητικότητα. Το άγχος είναι για τον αθλητή ένας από τους ανασταλτικότερους παράγοντες ως προς την απόδοσή του.
Οι αιτίες του άγχους τοποθετούνται σε μία «νοητή γραμμή», στο επάνω μέρος της οποίας βρίσκονται οι πιθανότητες αποτυχίας επί των συνεπειών της αποτυχίας και στο κάτω μέρος, η ατομική ικανότητα του αθλητή επί της υποστήριξης που λαμβάνει. Το «κλάσμα» που σχηματίζεται φαίνεται να αποτελεί τη βάση των σκέψεων που δημιουργούν άγχος στους αθλητές. Οι σκέψεις «δεν είμαι έτοιμος», «δεν είμαι καλά προετοιμασμένος», «δημιουργούν» τις πιθανότητες αποτυχίας, με τις σκέψεις για τις «καταστροφικές» συνέπειες μιας ήττας για την προσωπική εικόνα του αθλητή να δημιουργούν τα έντονα αρνητικά συναισθήματα. Όταν παράλληλα ο ίδιος δεν θεωρεί τον εαυτό του ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις (ικανότητα) και δεν έχει την αντίστοιχη υποστήριξη (προπονητής-γονείς), το συναίσθημα εντείνεται προς την αρνητική κατεύθυνση.
Για την αντιμετώπιση του άγχους ο στόχος είναι η μείωση του αριθμητή και η αύξηση του παρανομαστή!
Η δυσκολία στην αντιμετώπιση του άγχους από τους αθλητές πολλαπλασιάζεται όταν ο παράγοντας που θα μπορούσε να αποτελέσει την «υποστήριξή» τους, όπως ο προπονητής ή οι γονείς, «μεταφέρονται» ακούσια στον αριθμητή του κλάσματος, αναφερόμενοι πλέον ως οι εκφραστές των «συνεπειών» της πιθανής αποτυχίας.
Η δυσκολία αντιμετώπισης του άγχους στον αθλητισμό μέσω μιας «θεραπευτικής» διαδικασίας, εντείνεται καθώς οι αγώνες των αθλητών έχουν σχεδόν εβδομαδιαία συχνότητα, οπότε και εκτίθενται στο ίδιο ερέθισμα διαρκώς, μη έχοντας τον απαιτούμενο χρόνο για να διαμορφώσουν μια νέα δομή λειτουργικών σκέψεων ή και να αναπτύξουν τον τρόπο διαχείρισης των καταστάσεων δίνοντάς τους μια πιο προσαρμοστική ερμηνεία.
Υπάρχει θεραπεία;
Η «θεραπεία» του άγχους περιλαμβάνει τρία βασικά στάδια: Την αποδοχή του ότι «έχω άγχος», τη διαχείρισή του («μπορώ να αγωνιστώ και με άγχος») και εν τέλει την αντιμετώπισή του, όπου και αναζητούνται οι λειτουργικές σκέψεις του αθλητή, σε μια προσπάθεια να «διαφοροποιήσει» τη στάση του απέναντι στον εαυτό του και το περιβάλλον του.
Η εικόνα και τα συμπτώματα του άγχους, όπως αυτό αναπτύσσεται στο αγωνιστικό περιβάλλον, διαμορφώνουν μια «ειδική» συνθήκη άγχους, όπου η «ανησυχία» εντείνεται όσο πλησιάζει ο αγώνας και σχεδόν εξαλείφεται με το πέρας του. Έως την επόμενη αγωνιστική υποχρέωση, όπου η εικόνα και τα συμπτώματα θα είναι στον ίδιο ή και σε μεγαλύτερο βαθμό δυσλειτουργικά, ο αθλητής έχει χρόνο να «δουλέψει» τις σκέψεις του και να εμφανιστεί περισσότερο «αισιόδοξος», επενδύοντας στην ψυχοπνευματική του βελτίωση.
Μάθετε Περισσότερα